Το νόημα και η αξία της πίστης

1.Τι είναι η αληθινή πίστη που σώζει;

‘Oταν ο δεσμοφύλακας της φυλακής των Φιλίππων ρώτησε τον απόστολο Παύλο και τον Σίλα, «Κύριοι, τι με δει ποιείν ίνα σωθώ;»πήρε την απάντηση, «Πίστευσον επί τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και σωθήση» (Πράξ. 16/31). Είναι, λοιπόν, η αληθινή πίστη μία ηθική ενέργεια του ανθρώπου, αποκλειστικά προσωπική: «πίστευσον», (το ρήμα είναι φωνής ενεργητικής).
Αυτή η ελεύθερη και αυθόρμητη ενέργεια ξεκινάει από την καρδιά του ανθρώπου που, κατά την Αγία Γραφή, είναι το κέντρο της θέλησής μας.

2.Ποιός είναι ο χαρακτήρας της αληθινής πίστης;

Δηλαδή, από τι συνίσταται αυτή η ηθική μας ενέργεια;
Καθώς το νόμισμα έχει δύο όψεις, έτσι και η αληθινή και η αληθινή πίστη έχει τα εξής δύο απαραίτητα γνωρίσματα: Είναι, πρώτο, ε μ π ι σ τ ο σ ύ ν η στις υποσχέσεις του Θεού και είναι επίσης υ π α κ ο ή στο λόγο Του. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος πράγματι πιστεύει αν εμπιστεύεται σ’ εκείνο που ο Θεός υπόσχεται και υπακούει σ εκείνο που ο Θεός απαιτεί.
Πρώτη σημείωση: Η διδαχή, σύμφωνα με την οποία ο Θεός είναι εκείνος που δίνει στον άνθρωπο την πίστη για να σωθεί, είναι διδαχή αντιβιβλική επειδή παρουσιάζει τον Θεό σαν προσωπολήπτη, που δίνει την πίστη μόνον σ’ όποιον προτιμάει να σώσει, αφήνοντας τον άλλο έξω από το Σχέδιο της Σωτηρίας.
«Ουκ έστι προσωπολάτρης ο Θεός, αλλ’ εν παντί έθνει ο φοβούμενος αυτόν και εργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτός αυτώ εστίν» (Πράξ. 10/34-35).
«ου γαρ εστί προσωπολήπτης παρά τω Θεώ» (Ρωμ. 2/11).
«μη αδικία παρά τω Θεό; Μη γένοιτο» (Ρωμ. 9/14).
«προσωποληψία ουκ έστιν παρ’ αυτώ(τω Θεώ» (Εφεσ.6/9) κ.α.
Εφ’ όσον, λοιπόν, ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αυτό σημαίνει, ότι η πίστη, καθώς και η απιστία, είναι ζήτημα που αφήνεται εξ ολοκλήρου στην ηθική μας ελευθερία και στην απόλυτη ευθύνη μας. Είμαστε υπεύθυνοι απέναντι στον Θεό, επειδή είμαστε ηθικά ελεύθεροι. Γι’ αυτό, άλλωστε, και η Αγία Γραφή προσφέρει αμοιβή στον άνθρωπο που πιστεύει στον Χριστό, («θα ζήσει» Ιωαν. 5/24), αλλά και καταλογίζει ευθύνη στον άνθρωπο που απιστεί («θα κατακριθεί» (Ιωαν. 12/48).
Το ότι η πίστη είναι αυθόρμητη ενέργεια του ανθρώπου, αυτό είναι μια αλήθεια που επιβεβαιώνεται από περιστατικά της Καινής Διαθήκης, από τον θαυμαστό λ.χ. του Κυρίου Ιησού για την πίστη του εκατόνταρχου που ζητούσε τη θεραπεία του γιου του, «ακούσας δε ταύτα ο Ιησούς εθαύμασεν αυτόν και στραφείς τω ακολουθούντι αυτώ όχλω είπε. Λέγω υμίν, ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον» (Λουκ. 7/7-9).
Με μία ανάλογη έκφραση ο Ιησούς επαίνεσε και τη Χαναναία γυναίκα για την πίστη της, «Ω γύναι μεγάλη σου η πίστις, γεννηθήτω σοι ως θέλεις» (Ματθ. 15/28). Επίσης, η επιστολή προς Εβραίους δείχνει την πίστη σαν μία ηθική εκδήλωση του ανθρώπου που προκαλεί ευχαρίστηση στον Θεό, «χωρίς δε πίστεως αδύνατον ευαρεστήσαι» (Εβρ. 11/6).
Δεύτερη σημείωση:Το χωρίο, Εφεσ. β΄. 8, πρόχειρα ερμηνευόμενο φαίνεται να παρουσιάζει την πίστη σαν «δώρο του Θεού»: «τη γαρ χάριτι εστέ σεσωσμένοι δια πίστεως και τούτο ου εξ υμών, Θεού το δώρον». Όμως η λέξη «τούτο» στο παραπάνω χωρίο, αναφέρεται όχι στη λέξη «πίστεως», που αμέσως προηγείται, αλλά αναφέρεται στο έργο της σωτηρίας, στην ολοκληρωμένη μορφή του. Εξηγεί δηλαδή ο απόστολος ότι το έργο «τούτο» δεν είναι δικό μας, ανθρώπινο έργο, αλλά είναι «δώρο του Θεού». ‘Αλλωστε αν η λέξη «τούτο» αναφερόταν στη λέξη «πίστεως» θα έπρεπε συντακτικώς να ήταν γραμμένο «και αύτη» (η πίστη), όχι «και τούτο».
Τρίτη σημείωση: Σχετικά με το νόημα του χωρίου: «Θεός γαρ ο ενεργών εν υμίν και το θέλειν και το ενεργείν υπέρ της ευδοκίας» (Φιλιπ. β΄. 13). Ας έχομε υπόψη ότι ο απόστολος απηύθυνε τα παραπάνω λόγια σε ανθρώπους πιστούς, μέλη της εκκλησίας του Χριστού. Δεν έχει σκοπό εδώ ο απόστολος να εξηγήσει ότι ο Θεός δεσμεύει τη θέληση και δίνει στον άνθρωπο την πίστη για να σωθεί, επειδή το χωρίο δεν λέγει «το θέλειν και το ενεργείν υπέρ της σωτηρίας» αλλά λέγει «υπέρ της ευδοκίας» πράγμα που σημαίνει ότι ο Θεός σε ορισμένες περιστάσεις υποκινεί τη θέληση και τη δύναμη του χριστιανού στο να κάνει τα έργα που φαίνονται αρεστά στα μάτια Του. (Εφεσ.β’. 10 Τιτ. β’.14)

3.Το περιεχόμενο της αληθινής πίστης

Για να φέρει τα σωτήρια αποτελέσματά της, η αληθινή πίστη πρέπει να έχει το μοναδικό και συγκεκριμένο της περιεχόμενο. Αυτό είναι το Πρόσωπο και το Έργο του Ιησού Χριστού. Ο απόστολος Παύλος συνοψίζει την αλήθεια αυτή στα λόγια του: «Απεφάσισα να μη εξεύρω μεταξύ σας άλλο τι ειμή Ιησούν Χριστόν (το Πρόσωπό Του) και τούτον εσταυρωμένον (το Έργο Του).
Σε αντίθεση προς την παραπάνω καθαρή διακήρυξη του απ. Παύλου η Κρατική Εκκλησία έχει παραποιήσει αυτό το περιεχόμενο της αληθινής πίστης βάζοντας στη θέση του προσώπου του Χριστού τον εαυτό της και στη θέση του έργου του Χριστού, τα εκκλησιαστικά της δόγματα. Και καθώς είναι φυσικό, τέτοια νοθευμένη πίστη δεν φέρει τα σωτήρια αποτελέσματα της θείας υπόσχεσης, που είναι η Σωτηρία. Σ’ αυτό οφείλεται και η αμφιβολία του Ορθοδόξου πιστού σχετικά με την ατομική του Σωτηρία.(Γαλ. α’. 8, Κορινθ. α’. 19, ιγ’. 8 , Φιλιπ. δ’. 3 κ.ά.).

4.Τα αποτελέσματα της αληθινής πίστης

Η πίστη του αμαρτωλού ανθρώπου στο Πρόσωπο και το έργο του Ιησού Χριστού έχει σαν άμεσο κι ευλογημένο αποτέλεσμα να τακτοποιεί τελείως τον άνθρωπο με τον Θεό, κ α τ ά χ ά ρ η. «Δικαιωθέντες εκ πίστως έχομεν ειρήνην προς τον Θεόν δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δια του οποίου ελάβομεν και την είσοδον εις την χάριν ταύτην εις την οποίαν ιστάμεθα» (Ρωμ. ε’.1).
‘Ετσι ο κάθε αμαρτωλός μπορεί πλέον να τακτοποιηθεί με τον Θεό, χωρίς προηγουμένως να τηρήσει ηθικές εντολές ή να υποβληθεί σε ηθικές προσπάθειες και αγώνες,- χ ω ρ ί ς Ν ό μ ο υ. «Τώρα δε χωρίς νόμου η δικαιοσύνη του Θεού εφανερώθη…δικαιοσύνη δε του Θεού δια πίστεως Ιησού Χριστού, εις πάντας και επί πάντας τους πιστεύοντας» (Ρωμ. γ’. 21-23).
Αυτός ο νέος τρόπος τακτοποίησης του αμαρτωλού με τον Θεό,- η πίστη στον Ιησού Χριστό τον Κύριο, όχι τα φιλανθρωπικά έργα, είναι τρόπος αποκλειστικός και μοναδικός για όλους τους ανθρώπους και σε όλους τους αιώνες.(Ιωαν. α’12, γ’16, Πράξ. α’ 39, Ρωμ. α’ 16, δ’16, ι’ 9, 43, γ’22 κ.α.).
Αντίθετα προς τη διακήρυξη του ευαγγελίου ότι ο αμαρτωλός τακτοποιείται,(δικαιώνεται) όχι με τα έργα του, αλλά με μόνη την πίστη του, η Κρατική (Ορθόδοξη) εκκλησία λέγει στον αμαρτωλό: Κάμε έργα και θα ανταμειφθής. Καθάρισε τη ζωή σου και θα δικαιωθείς. Η ανθρώπινη ηθική μέσω της Ορθόδοξης Εκκλησίας πρώτα απαιτεί και κατόπιν προσφέρει. ‘Ομως, το Ευαγγέλιο πρώτα προσφέρει και κατόπιν απαιτεί. Ανακηρύττει τον αμαρτωλό τελείως δικαιωμένο μέσω της πίστης και κατόπιν χορηγεί το αγαθό, προοδευτικά και πραγματικά (Ρωμ.ε΄.10-11).

5.Τα έργα

Το δόγμα που συνιστά την τακτοποίηση του αμαρτωλού με τον Θεό, βάσει των έργων του, δεν ακολουθεί το αποστολικό κήρυγμα και γενικά την διδασκαλία της Αγίας Γραφής. Τα ηθικά έργα του ανθρώπου είναι προσπάθειες αποτυχημένες επειδή υψώνουν την καύχηση του ανθρώπου στον εαυτό του και συνεπώς παραμερίζουν το έργο του ελέους και της Χάριτος που ο Θεός ενήργησε και τελείωσε δια τους Χριστού. Ο κύριος Ιησούς καταδίκασε την α υ τ ο δ ι κ α ι ο σ ύ ν η , με το παράδειγμα του Φαρισαίου Σίμωνα (Λούκ. ζ’. 36), καθώς και στην παραβολή του Φαρισαίου και του Τελώνη, (Λουκ. 18/20).
Εξ άλλου, ο απόστολος Παύλος εξηγεί:
«ουκ εξ έργων, ίνα μη καυχηθεί τις (Εφες.β΄.8).
«πού η καύχησις; Εξεκλείσθη δια ποίου νόμου; Των έργων; Ουχί αλλά δια του νόμου πίστεως « (Ρωμ.γ’.27).
«εάν δια νόμου (δια της εκτελέσεως ηθικών εντολών) δικαιοσύνη, άρα Χριστός δωρεάν απέθανε» (Γαλ.β’.21).

6.Ερώτηση:

Αν η τακτοποίηση (δικαίωση) του αμαρτωλού με τον Θεό δεν επιτυγχάνεται βάσει των έργων, ποιος τότε ήταν ο σκοπός που ο Θεός έδωκε τον ηθικό Νόμο (τις 10 εντολές);
Απάντηση: Ο Θεός δεν έδωσε τις ηθικές εντολές του Νόμου με σκοπό να τακτοποιηθεί ο αμαρτωλός, αλλά για να δει μέσα στο Νόμο, σαν σε καθρέφτη, την ξεπεσμένη του φύση, και να πειραματιστεί την αδυναμία του για να εκπληρώσει τις εντολές αυτού του Νόμου «το αδύνατον εις τον νόμον καθότι ήτο ανίστχυρος δια της σαρκός, ο Θεός πέμψας τον εαυτού Υιόν με ομοίωμα σαρκός αμαρτίας, και περί αμαρτίας, κατέκρινε την αμαρτίαν εν τη σαρκί δια να πληρωθεί η δικαιοσύνη του νόμου εις ημάς τους μη παριπαντούντας κατά την σάρκα αλλά κατά το πνεύμα» (Ρωμ. η’. 305). «ο νόμος έγινε παιδαγωγός ημών εις Χριστόν ώστε να δικαιωθώμεν εκ πίστεως» «Δεν δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου» (Γαλ. β΄.16).Βλέπε : Ρωμ.γ΄21, Φιλιπ.γ΄8-10, Ιάκ. β΄10, Ρωμ.δ΄,ζ,5,23,24 κ.α.
Εκτός από τα «έργα του Νόμου» (Γαλ. γ΄ 10) ή τα «νεκρά έργα» (Εγρ.θ΄14) τα οποία, καθώς είδαμε, καταδικάζουν τον άνθρωπο, επειδή αποβλέπουν στην αυτοδικαιοσύνη του, η Αγία Γραφή παρουσιάζει μία άλλη κατηγορία έργων τα οποία ονομάζει «έργα καλά» (Α΄. Τιμόθ. Σ΄18) ή «έργα αγαθά» (Εφεσ. β΄ 10). Αυτά τα συνιστά. Είναι τα έργα που κάνει ο τακτοποιημένος Χριστιανός που δικαιώθηκε κι αναγεννήθηκε δια της πίστης του. Είναι τα έργα που κάνει ο άνθρωπος όχι για να τακτοποιηθεί, αλλά επειδή τακτοποιήθηκε. ‘Οχι σαν προσπάθειές του για να σωθεί, αλλά σαν προσφορά ευγνωμοσύνης προς τον Χριστό, επειδή τον εσυγχώρησε και τον έσωσε.

7.Τι εννοούν τα λόγια «πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστί»;

Τα λόγια αυτά του αποστόλου Ιακώβου (β΄ 21) εννοούν ότι υπάρχει πίστη νεκρή και πίστη ζωντανή. Η πρώτη, είναι πίστη μόνο γνώσεως, επειδή δεν φανερώνεται με τα έργα, ενώ η δεύτερη είναι πίστη της καρδιάς, η αληθινή, που φαίνεται από τα πνευματικά της έργα. Ο Αβραάμ λ. χ. όταν ετοιμάστηκε να προσφέρει τον υιό του, τον Ισαάκ, στο θυσιαστήριο, έδειξε με το έργο του αυτό ότι η πίστη του ήταν ζωντανή επειδή υπάκουσε τον Θεό. Το έργο του λοιπόν αυτό απέδειξε ότι ο Αβραάμ δικαιώθηκε επειδή απέδειξε με χειρονομία υπακοής την ζωντανή του πίστη. ‘Ενα άλλο παράδειγμα είναι ο δεσμοφύλακας των Φιλίππων, ο οποίος αμέσως μόλις πίστεψε στο Χριστό έδειξε ότι η πίστη του ήταν ζωντανή και συνεπώς έφερε το σωτήριο αποτέλεσμά της επειδή έλουσε τις πληγές που ο ίδιος είχε προξενήσει στα σώματα των αποστόλων. Ο Κύριος είπε, «εκ των καρπών γνωρίζεται το δένδρον» (Ματθ. 12/33) και συνεπώς από τα έργα της γνωρίζεται η πίστη, αν είναι η ζωντανή, οπόταν δικαιώνει και καρποφορεί ή αν είναι η νεκρή οπόταν μένει νεκρό κεφάλαιο γνώσεως, που ούτε δικαιώνει ούτε καρποφορεί με ανάλογα έργα. Ο απόστολος Παύλος ονομάζει την πίστη την νεκρή, της γνώσεως «ματαιότητα του νοός». (Εφεσ. δ΄.13).