Δρ. Χ. ΜΟΣΧΙΔΗ, Παιδιάτρου

«Τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποήμασιν νοούμενα καθοράται, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και θειότης» Ρωμ. α’ 20

«..δεδομένου ότι, τα αόρατα αυτού βλέπονται φανερά από την εποχή της κτίσης του κόσμου, καθώς νοούνται διαμέσου των δημιουργημάτων του, και η αιώνια δύναμή του και η θεότητα» Ρωμαίους 1:20

Οι φυσικές επιστήμες σήμερα στηρίζονται στα τρία θερμοδυναμικά αξιώματα, που συνοψίζουν τις σχέσεις ύλης και ενέργειας σ’ ολόκληρο το υλικό σύμπαν.
Σύμφωνα με το δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα, αν και η ολική ενέργεια στον υλικό κόσμο παραμένει σταθερή, το ποσόν της ελεύθερης ενέργειας, δηλαδή της ενέργειας που είναι διαθέσιμη για παραγωγή ωφέλιμου έργου, μειώνεται διαρκώς. Το αξίωμα τούτο αφορά την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στο σύμπαν. Έτσι το κάθε τι στη φύση, αργά αλλά σταθερά, τείνει προς τη φθορά, την αποδόμηση, την αποδημιουργία. Είναι δε αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι και η Βίβλος επιβεβαιώνει την πραγματικότητα αυτή: «δεδομένου ότι, η φύση υποτάχθηκε στη ματαιότητα..» (Ρωμ. 8:20)
Ωστόσο η κατάσταση των πραγμάτων στο υλικό σύμπαν κατά την αρχική – τη δημιουργική φάση της ιστορίας του, ήταν τελείως διαφορετική. Η πορεία των διεργασιών που περιγράφονται με τα αξιώματα της θερμοδυναμικής (ιδιαίτερα το δεύτερο) ήταν αντίστροφη.
Συγκεκριμένα το ποσό της «ελεύθερης ενέργειας»(1) δεν μειώνονταν σταθερά (όπως συμβαίνει σήμερα) αλλ’ απεναντίας, κατά τη διάρκεια κάθε δημιουργικής περιόδου αυξάνονταν προοδευτικάΧ η «εντροπία»(2) μειώνονταν, η «αταξία» περιορίζονταν προς όφελος της «τάξης»Χ και με την απόλυτη επικράτηση της τελευταίας απέναντι στο χάος, προέκυψε τελικά η θαυμαστή πολυπλοκότητα του σύμπαντος.
Μπορούμε λοιπόν να δεχθούμε ότι αντί του νόμου (ματαιότητας) που ισχύει σήμερα, και εκφράζεται με το δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα, στην αρχική φάση της πορείας του υλικού κόσμου, ίσχυαν άλλοι νόμοι που λειτουργούσαν προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Στο σημείο αυτό, ένα θεμελιακό λάθος προβάλλει ανάμεσα από κάποιους κύκλους της επιστημονικής σκέψης του καιρού μας. Καταβάλλεται προσπάθεια να περιγραφεί η διεργασία της δημιουργίας με τα μέτρα και τους νόμους της αντίθετης προς αυτήν διεργασίας, δηλαδή της φθοράς.
Ο Wilder Smith(3) σκιαγραφεί το λάθος τούτο με το εξής παράδειγμα: ο γιος του, ηλικίας οκτώ χρονών τού έθεσε το εξής πρόβλημα: «τώρα έχω ύψος 1,32μ. περίπουΧ πριν ένα χρόνο είχα ύψος 1,26μ., θα ήθελα να ξέρω πώς θα μπορούσα να σχηματίσω μιαν ιδέα για το ύψος που θα είχα πριν από 10 χρόνια;». Όσο και αν μας φαίνεται παράδοξος ο συλλογισμός οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι σωστά το παιδί προεκτείνει το νήμα της σκέψης του βήμα-βήμα, προς τα πίσω, όσο μπορεί να θυμάται ηλικίες και ύψη. Από επιστημονική άποψη, προχωρώντας προς τα πίσω, μέχρι την ηλικία των 4 χρονών, ο συλλογισμός του είναι απόλυτα σωστός. Παραδέχεται εύστοχα ότι ο ρυθμός αύξησης του ύψους του είναι σταθερός από τα 4 μέχρι τα 8 χρόνια. Αλλ’ ακόμη και για τον τρίτο, το δεύτερο, ίσως και για τον πρώτο χρόνο της ζωής, θα μπορούσαμε να πετύχουμε ρεαλιστικές προσεγγίσεις, αφού μάς είναι γνωστοί οι ρυθμοί αύξησης και σ’ αυτές τις ηλικίες. Τι σημαίνει όμως, να προεκτείνουμε τον υπολογισμό του ύψους δέκα χρόνια πίσω, στην περίπτωση ενός παιδιού οκτώ χρονών; Τι θα σήμαινε άραγε το «αρνητικό» ύψος, στο οποίο θα φτάναμε;
Είναι φανερό ότι ο υπολογισμός αρχίζει να ξεφεύγει από τη σωστή του διάσταση, όταν προεκτείνεται υπερβολικά προς τα πίσωΧ σε χρονικές περιόδους κατά τις οποίες οι ρυθμοί αύξησης δεν διέπονται από τους νόμους που καθορίζουν τη φυσιολογική ανάπτυξη ενός γερού παιδιού οκτώ χρόνων.
Ο λόγος είναι ότι στην αρχή της ύπαρξής του ίσχυαν νόμοι τελείως διαφορετικοί απ’ αυτούς που γνωρίζει τώρα και μπορεί να χρησιμοποιήσει για τους υπολογισμούς του. Σίγουρα δεν γνωρίζει τίποτε για το καθοριστικό γεγονός της γέννησής του, που δεν πρόκειται να επαναληφθεί στη ζωή του, ούτε γνωρίζει τίποτε για το μυστήριο της γονιμοποίησης ενός ωαρίου από ένα σπερματοζωάριο, ούτε για την κατάσταση κατά την οποία ήταν «χωρισμένος» σε δύο μέρη, το ένα στη μητέρα και το άλλο στον πατέρα και όταν αυτά τα δύο μέρη ενώθηκαν σε μιαν ενότητα, για ν’ αποτελέσουν έναν ξεχωριστό ολοκληρωμένο άνθρωπο! Αυτά τα γεγονότα, είναι φανερό πως, συνθέτουν μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα, που ανατρέπει ριζικά την αντίληψη ότι ο ρυθμός αύξησης είναι ομοιόμορφος σε όλες τις αναπτυξιακές φάσεις της ύπαρξης.
Αναμφίβολα, οι βασικοί νόμοι της αύξησης είναι αρκετά σταθεροί από τη στιγμή που το άτομο έρχεται στη ζωή και προχωρεί προς την ενηλικίωσηΧ αλλά ποτέ αυτοί οι νόμοι δεν αναιρούν τους νόμους που διέπουν τη σύλληψη (ή ακόμη και τις άλλες, αφανείς διεργασίες που πραγματοποιούνται στη φάση της δημιουργίας τών δύο μερών του όντος – του ωαρίου και σπερματοζωαρίου) την κυοφορία, τη γέννηση κ.ά.
Πρόκειται για δύο ολοκληρωτικά διαφορετικούς κόσμους, που διέπονται από τέλεια διαφορετικούς νόμους.
Το βασικό λάθος στο παραπάνω πρόβλημα βρίσκεται στο ότι καταβάλλεται προσπάθεια να διερευνηθούν, με βάση τους νόμους που ισχύουν σήμερα, κάποια γεγονότα που πραγματοποιήθηκαν κάτω από εντελώς διαφορετικούς νόμους. Κι αυτό σίγουρα δεν μπορεί να γίνει, παρ’ όλη την ευσυνειδησία και την ακρίβεια με τις οποίες μπορεί κανείς να εργάζεται.
Βρισκόμαστε λοιπόν, σε κάποια ανάλογη θέση όταν δοκιμάζουμε να προεκτείνουμε τους συλλογισμούς μας προς τα πίσω, ως το ξεκίνημα της ζωής και τη χαραυγή τής Δημιουργίας, βασιζόμενοι στους ομοιόμορφους, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, νόμους της σημερινής φάσης της Ζωής. Δεν χρειάζεται νομίζω, ιδιαίτερη προσπάθεια για να καταλάβει κανείς ότι μελετώντας τα φαινόμενα της ζωής στην τωρινή κατάστασή της, δεν μπορεί λογικά να ελπίζει ότι θα κατορθώσει να καταλήξει σε συμπεράσματα ικανά να φωτίσουν το μεγάλο θέμα της Δημιουργίας.
Οι μελέτες αυτές παρά την επιμέλεια και την αντικειμενικότητα που μπορεί να τις χαρακτηρίζουν, πολύ λίγες πληροφορίες είναι σε θέση να μας δώσουν σχετικά με τις διεργασίες της δημιουργίας. Επομένως όπως θα ήταν άτοπο να προσπαθήσει κανείς να διερευνήσει τα γεγονότα της σύλληψης, της διαμόρφωσης του καινούργιου οργανισμού μέσα στη μήτρα της γυναίκας και των άλλων συναφών διεργασιών, μελετώντας την καμπύλη αύξησης ενός παιδιού Σχολικής ηλικίας, εξίσου άτοπο θα ήταν να προσπαθήσει να βγάλει συμπεράσματα για τις βασικές διεργασίες της δημιουργίας σπουδάζοντας τις ιδιότητες της ύλης, ή τα φαινόμενα και τις λειτουργίες της ζωής σε χρόνο κατά το οποίο τα πάντα υπόκεινται στους νόμους της απο-δημιουργίας, δηλαδή της φθοράς.
Ας μας επιτραπεί να παραθέσουμε ένα ακόμη παράδειγμα, πάνω σ’ αυτό το ζωτικότατο ζήτημα αρχής, που δυστυχώς πολλοί, συχνά το παραβλέπουν(3). Ας υποθέσουμε ότι τοποθετούμε ένα καινούργιο – αστραφτερό αυτοκίνητο κάτω από ένα δένδρο σε κάποιο δάσος για χρονικό διάστημα περίπου δύο δεκαετιών. Σκοπός μας είναι να μελετήσουμε το ρυθμό φθοράς του αυτοκινήτου και απ’ αυτόν να βγάλουμε διάφορα συμπεράσματα. Έτσι επισκεπτόμαστε που και που το αυτοκίνητο και εκτιμούμε την κατάστασή του, μετρούμε και καταγράφουμε τα διάφορα σημάδια της αναπόφευκτης προοδευτικής φθοράς του. Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι η μπαταρία αδειάζει σιγά σιγά, η βαφή φθείρεται με αποτέλεσμα η λαμαρίνα ν’ αρχίζει σε διάφορα μέρη) να σκουριάζει, τα λάστιχα χάνουν τον αέρα τους, αλλάζουν όψη και μορφή, και τελικά σχίζονται, τα τζάμια θολώνουν κ.ο.κ. Όταν θα έχουν συμπληρωθεί τα είκοσι χρόνια, ίσως και πολύ πριν, θα είμαστε ικανοί να σχεδιάσουμε μια πολύ παραστατική καμπύλη φθοράς και να καταγράψουμε λεπτομερώς την πορεία που ακολούθησε η καταστροφή του αυτοκινήτου μας. Με το πείραμα τούτο, αν είμαστε πολύ προσεκτικοί στις παρατηρήσεις μας και συστηματικοί στις μετρήσεις και εκτιμήσεις μας, δεν αποκλείεται να γίνουμε ειδικοί στο να προβλέπουμε την αποδόμηση και αποσύνθεση ενός καινούργιου αυτοκινήτου, που αφήνεται έτσι στην τύχη για μακρό χρονικό διάστημα! Ωστόσο και με την ακριβέστερη ακόμη σπουδή του ρυθμού και της καμπύλης φθοράς, δεν θα κατορθώναμε ποτέ να πάρουμε κάποιαν αυθεντική πληροφορία για την εσωτερική οργάνωση της εταιρείας που κατασκεύασε αυτό τον τύπο του αυτοκινήτου. Θα μπορούσαμε ίσως να σχηματίσουμε κάποιαν ιδέα για τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή των διαφόρων εξαρτημάτων, αλλά για το σύνθετο οργανωτικό σύμπλεγμα που ασχολείται με τη μελέτη, το σχεδιασμό και την κατασκευή ενός «μηχανήματος», όπως τούτο το καινούργιο αυτοκίνητο, δεν θα μπορούσαμε ποτέ ν’ αποκτήσουμε συγκεκριμένες – σίγουρες πληροφορίες από τη σπουδή του ρυθμού φθοράς και αποσύνθεσής του, που ολοκληρώσαμε σε μιαν εικοσαετία.
Το δίδαγμα, από τα παραδείγματα που παραθέσαμε, είναι φανερό.
Οι επιστήμονες μελετούν με περισσή επιμέλεια το σύμπαν, σπουδάζουν σχολαστικά τα πολλά και ποικίλα φαινόμενα της ζωής, με σκοπό να αποκαλύψουν τα μυστικά της Δημιουργίας, να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα και ζητήματα ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο, την καταγωγή του, την πρόοδο και ιστορική ανέλιξή του πάνω στο πρόσωπο του Πλανήτη μας. Όλες αυτές οι προσπάθειες, οι κόποι των σπουδών και η αγωνία των συζητήσεων δεν έχουν τίποτε το αξιόμεμπτο, αντίθετα αξίζουν κάθε έπαινο, γιατί αν όχι τίποτε άλλο, διερευνούν τους πνευματικούς ορίζοντες και πλουτίζουν τον γνωστικό κόσμο του ανθρώπου.
Είναι ανάγκη όμως, να γίνει απόλυτα σαφές ότι όλα τα παραπάνω, πολύ λίγο φως μπορούν να μας δώσουν πάνω σε γεγονότα που πραγματοποιήθηκαν κάτω από φυσικούς νόμους τέλεια διαφορετικούς από αυτούς που γνωρίζουμε σήμερα, δηλαδή κάτω από τους νόμους της δημιουργίας – είτε πρόκειται για τη δημιουργία της ζωής κατά τη βιογένεση, είτε της δημιουργίας της ίδιας της ύλης και της ενέργειας.
Αναμφίβολα, «από την επιστημονική μονάχα νόηση, δεν είναι δυνατό να περιμένουμε απάντηση σε όλα τα αιτήματα του ανθρώπου». (6) Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η επιστημονική έρευνα οδηγεί τον απροκατάληπτο μελετητή σε πολύ ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις. Ως παράδειγμα χαρακτηριστικό, θ’ αναφέρουμε εδώ τη γνωστή και βεβαιωμένη εμπειρικά, παρατήρηση, ότι «όσο χαμηλότερη είναι η εντροπία τόσο πιο πολύπλοκη είναι η δομή του συστήματος, και όσο υψηλότερος είναι ο βαθμός της τάξης που κυριαρχεί στην ύλη τόσο μεγαλύτερη είναι η “ενέργεια σχεδιασμού” που καταναλίσκεται για να το δημιουργήσει». Πράγμα που απλά σημαίνει ότι «Όσο πιο πολύπλοκο και θαυμαστό είναι ένα προϊόν, τόσο πιο μεγάλος είναι ο νους ή το πνεύμα που βρίσκονται πίσω του». (3)(4)
Επομένως το λογικό συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει Δημιουργός! Γι’ αυτό το λόγο ο Απ. Παύλος δηλώνει: όσοι διαπιστώνουν την τάξη, την αρμονία και την τελειότητα που υπάρχει στη δημιουργία και δεν αναγνωρίζουν, ούτε εκφράζονται με σεβασμό για τον Δημιουργό, αποδείχνουν με τη διαγωγή τους ότι είναι ανόητοι (5). «Επειδή τα αόρατα αυτού (του Θεού) βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα δια των ποιημάτων, ήτε αΐδιος αυτού δύναμης και η θειότης, ώστε αυτοί είναι αναπολόγητοι. Διότι γνωρίσαντες τον Θεόν, ουδέ ηυχαρίστησαν, αλλ’ εματαιώθησαν εν τοις διαλογισμοίς αυτών και εσκοτίσθη η ασύνετος αυτών καρδία. Λέγοντες ότι είναι σοφοί εμωράνθησαν» (Ρωμ. α’ 20-22).

(1) Ο όρος «ελεύθερη ενέργεια» σημαίνει το μέρος της ενέργειας που μπορεί να χρησιμοποιείται για την παραγωγή ωφέλιμου έργου.
(2) «Εντροπία»: επιστημονικός όρος που χρησιμοποιείται για να εκφράσει το ποσό της ενέργειας που δεν διατίθεται πια για παραγωγή ωφέλιμου έργου (δηλ. της μη χρησιμοποιήσιμης ενέργειας) και η οποία εκφράζει ποσοτικά το μέγεθος της «αταξίας» σ’ ένα φυσικό σύστημα. Στη στατιστική θερμοδυναμική αποδείχνεται ότι όσο αυξάνει η «αταξία» τόσο αυξάνει και η «εντροπία», αντίθετα όσο μειώνεται η «εντροπία» τόσο περιορίζεται η «αταξία» ενώ παράλληλα αυξάνεται η «τάξη».
(3) Wilder – Smith, A.E.: “Man’s origin, Man’s destiny”, Bethany House Publ. 1968, pp 72-75.
(4) Μοσχίδη Χ.:»Στη δημιουργία-Νους, όχι τύχη». «ΕΠΙΣΤΗΜΗ και ΠΙΣΤΗ» 2-3/1985 σελ. 6.
(5) Φερεντίνου Γ.: «Βίβλος και Επιστήμη». «ΕΠΙΣΤΗΜΗ και ΠΙΣΤΗ» 4/1985 σελ. 23.
(6) Φερεντίνου Γ.: «Σκέψεις γύρω στο Κοσμογονικό Πρόβλημα». «ΕΠΙΣΤΗΜΗ και ΠΙΣΤΗ» 1/1986 σελ. 33.

Το παραπάνω άρθρο αναδημοσιεύεται από το περιοδικό«ΕΠΙΣΤΗΜΗ & ΠΙΣΤΗ» Τόμος ΙΙΙ, Τεύχος 3, 1986, με ευγενική άδεια του εκδότη του.