«οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλὰ ἠγέρθη»
«δεν είναι εδώ, αλλά αναστήθηκε» (Λκ. 24:6)
Του Θάνου Καρμπόνη *
Παράξενη ακούστηκε η φωνή της ακτινοβόλας εκείνης ουράνιας προσωπικότητας, που φάνηκε το πρωινό της Αναστάσεως, στον τάφο του Ιησού, να βεβαιώνει στις έκπληκτες μυροφόρες: «Γιατί ζητάτε τον ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς; Δεν είναι εδώ αλλά αναστήθηκε».
Ξεκίνησαν τα χαράματα της τρίτης ημέρας από την ταφή του Ιησού, να επισκεφθούν τον τάφο κρατώντας στα χέρια τους, σύμφωνα με τα ιουδαϊκά έθιμα, αρώματα που θα έβαζαν στον νεκρό. Ήταν μια προσφορά αγάπης σ’ Εκείνον τον γλυκό διδάσκαλο και Κύριο, που το πέρασμά Του τόση ελπίδα είχε ξεχύσει στην ψυχή τους. Μα ούτε που το ’χαν βάλει στον νου τους πως θα συναντούσαν κάτι ανάλογο, έναν άδειο τάφο και μια ουράνια διαβεβαίωση πως ο αγαπημένος Εκείνος, που τη σταύρωσή Του και τον ενταφιασμό Του είχαν οι ίδιες παρακολουθήσει από κοντά, θα είχε αναστηθεί.
Φυσικά, η Ανάσταση δεν τους ήταν τέλεια ξένη. Αν η διαβεβαίωση αυτή γινόταν στον εθνικό κόσμο, όπως αργότερα γίνηκε από απόστολο Παύλο στους φιλοσόφους της Αθήνας, στον Άρειο Πάγο, θα μπορούσαν να την υποδεχτούν με ειρωνεία ή, τουλάχιστον, να ’χει την ίδια ψυχρή υποδοχή, που είχε η μαρτυρία της Ανάστασης ανάμεσα στους Κορίνθιους.
Αλλά αυτές ήταν γυναίκες Ιουδαίες και ήξεραν πως η Παλαιά Διαθήκη μιλούσε για αναστάσεις. Θα μπορούσαν να θυμηθούν πως ο Ησαΐας ο προφήτης μιλούσε για αναστάσεις, όταν έγραφε: «Οι νεκροί σου θα ζήσουν, μαζί με το νεκρό σώμα μου θ’ αναστηθούν. Σηκωθείτε πάνω και ψάλετε όλοι σεις που κατοικείτε στο χώμα… η γη θα ξεπετάξει τους νεκρούς.» (26:19), ή το καταπληκτικό τούτο γραπτό του Ιώβ: «Γιατί ξέρω πως ζει ο Λυτρωτής μου και θα σηκωθεί στους έσχατους καιρούς πάνω στη γη, και αφού μετά το δέρμα μου, το σώμα τούτο φθαρεί, πάλι με τη σάρκα μου θα δω τον Θεό, τον οποίο εγώ ο ίδιος θα τον δω και θα Τον θεωρήσουν τα μάτια μου και όχι άλλος» (19:25-27).
Και τέλος, πως ο Ιεζεκιήλ αφιέρωνε ένα ολόκληρο κεφάλαιο για να μιλήσει με εκφράσεις που δείχνουν ανάσταση νεκρών, όπως: «Δες, λαέ μου, εγώ ανοίγω τους τάφους σας, και θα σας ανεβάσω από τους τάφους σας» για την εθνική αποκατάσταση του Ισραήλ (37:1-15).
Αλλά και ο Ιησούς, σε όλη την τρίχρονη μεσσιανική Του σταδιοδρομία, τους είχε βεβαιώσει για τη σταύρωσή Του και την ανάσταση. Και να που τώρα η Ουράνια προσωπικότητα που τους μιλούσε, τους θύμισε αυτό που ο Ιησούς τους είχε πει: «Ότι πρέπει ο Υιός του ανθρώπου να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων αμαρτωλών και να σταυρωθεί και την τρίτη ημέρα να αναστηθεί». Και το θυμήθηκαν και έτρεξαν και το ανήγγειλαν στους μαθητές, οι οποίοι με τη σειρά τους το δέχτηκαν με δυσπιστία.
Χρειάστηκε ο Αναστημένος Ιησούς να κάμει μια σειρά από μεταναστάσιμες εμφανίσεις, κάτω από διάφορες συνθήκες, τόπο, χρόνο εμφάνισης και ανάλογα με τον χαρακτήρα του κάθε μαθητή, για να γίνει η Ανάσταση του Ιησού πεποίθηση και εμπειρία ανάμεσά τους. Έτσι φανερώθηκε στη Μαρία τη Μαγδαληνή, στις γυναίκες, τις μυροφόρες καθώς γύριζαν από τον τάφο, στον Πέτρο μόνο, στους δύο στους Εμμαούς, στους δέκα χωρίς τον Θωμά, στους δέκα με τον Θωμά, στους λίγους στη λίμνη της Γαλιλαίας, στους 500 περίπου στη Γαλιλαία, στους αποστόλους κατά την ανάληψη στο όρος των Ελαιών, στον Ιάκωβο, στον Παύλο κ.λπ.
Πού όμως οφείλεται, θ’ αναρωτιόταν κανείς, τούτος ο σκεπτικισμός των μαθητών στην αντιμετώπιση της Ανάστασης; Μα, απλούστατα, στον δισταγμό της ανθρώπινης λογικής που δεν μπορεί να συλλάβει το γεγονός της μεγαλοσύνης του Θεού, ότι μπορεί να αναστήσει ένα νεκρό, αφού και τον έφερε στην ύπαρξη εκ του μη όντος.
Αλλά ο Θεός κάνει μεγαλεία ανεξιχνίαστα, υπέρμετρα της ανθρώπινης κατανόησης, για να ανήκει η δόξα σ’ Αυτόν. Και γιατί άραγε οι Άγιες Γραφές δίνουν τόση σημασία στην Ανάσταση; Για τον απλό λόγο, ότι σ’ αυτήν στηρίζεται όλο το οικοδόμημα της σωτηρίας που εξαγγέλλουν. Καθώς ο απόστολος Παύλος θα βεβαιώσει αργότερα στους αμφιβάλλοντας Κορινθίους, που ήσαν πρόθυμοι να δεχτούν την ύπαρξη και επιβίωση της ψυχής, μα δίσταζαν να αποδεχτούν την ανάσταση: «αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι μάταιο το κήρυγμά μας, αλλά και η πίστη σας είναι μάταιη· … είστε ακόμη μέσα στις αμαρτίες σας… Αν μονάχα σ’ αυτήν τη ζωή ελπίζουμε στον Χριστό, είμαστε ελεεινότεροι από όλους τους ανθρώπους.» (Α΄ Κορ. 15:12-20)
Πραγματικά, ποιος και τι θα μας βεβαίωνε ότι ο εξιλασμός του Χριστού γίνηκε πλήρης και τέλειος στο σταυρό, ώστε να μη μας κατέχει ο εφιάλτης της μελλοντικής κρίσης; Θα μπορούσε να σταθεί κανείς στο «τετέλεσται», που φώναξε ο Ιησούς στο σταυρό, που θα πει κυριολεκτικά: «τελείωσε το έργο της σωτηρίας που ήρθα να κάμω», γιατί διαφορετικά θα έλεγε «τετέλεσμαι». Όμως η κραυγή αυτή του Ιησού ήταν προσωπική, δική Του. Δεν θα είχαμε μια αντικειμενική απόδειξη της εξόφλησης των ανομιών, του τέλειου δηλαδή εξιλασμού, και αυτήν την δίνει η Ανάσταση. Αφού ο Λυτρωτής μας εξόφλησε το προσωπικό μας χρέος, στη φυλακή του Άδη όπου οδηγήθηκε, δεν ήταν δυνατό να κρατείται πλέον, αναστήθηκε και αυτό αποτελεί την ισχυρή απόδειξη της εξόφλησης: «Επειδή, καθόσον πέθανε, πέθανε μια για πάντα για την αμαρτία· αλλά, καθόσον ζει, ζει για τον Θεό.» (Ρωμ. 6:10)
Έτσι η Ανάσταση είναι βασικό γεγονός και γι’ αυτό οι απόστολοι του έδωσαν ιδιαίτερη σημασία, ώστε να αποτελεί ουσιώδες τμήμα στο κήρυγμά τους. «Και οι απόστολοι απέδιδαν με μεγάλη δύναμη τη μαρτυρία της ανάστασης του Κυρίου Ιησού» (Πρ. 4:33).
Σήμερα η Εκκλησία έχει ένα εξασθενημένο, αναιμικό κήρυγμα που του λείπει η δύναμη και η ομορφιά του Αναστημένου Κυρίου. Μιλούν για έναν Ιησού «τω καιρώ εκείνω», για την ηθική Του διδασκαλία, ή παρουσιάζουν ένα κοινωνικό ευαγγέλιο, ικανό να ρυθμίζει τους τρόπους καλής συμπεριφοράς των ανθρώπων. Αυτό όμως δεν δίνει στην καρδιά καμιά ελπίδα. Η Εκκλησία ξέφτισε, και το κήρυγμα της, και ο πιστός δεν πείθει ότι κατέχει τον θρίαμβο της ζωής.
Για όσους όμως πραγματικά πιστεύουμε στον Χριστό, το πράγμα δεν έχει έτσι. Γιορτάζουμε αληθινά ανάσταση Χριστού. Στηριζόμαστε όχι σε ένα δόγμα, αλλά σε ένα ασάλευτο γεγονός. Ότι ο Θεός ανέστησε τον Λυτρωτή μας, που μια μέρα, όπως έλεγε ο Ιώβ, θα Τον δούμε με τα δικά μας μάτια και αυτό αποτελεί αναμφισβήτητα απόδειξη της εξόφλησης των ανομιών μας. Γι’ αυτό η Ανάσταση γεννάει μέσα μας μια ζωντανή ελπίδα. Στηριζόμαστε σε έναν ζωντανό Κύριο που θα έρθει να μας παραλάβει όλους όσοι Τον αναγνωρίσαμε και Τον δεχτήκαμε σε τούτη τη ζωή ως Λυτρωτή και Σωτήρα. Έχεις τούτη την πίστη κι εσύ; Ζεις μέσα στον θρίαμβο της ζωής; Με αυτή τη βάση σου εύχομαι ζωή απελευθερωμένη από την αμαρτία, ζωή στηριγμένη σ’ έναν ζωντανό και ένδοξο Κύριο.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε αρχικά στο περιοδικό «ΣΑΛΠΙΣΜΑ», της Κοινωνίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών, Μάρτιος-Απρίλιος 1991, τεύχος 2.
* Ο Θάνος Καρμπόνης (1917-2009) ήταν ποιμένας στην Ε.Ε.Ε. Αθηνών