Πώς αντιμετωπίζεται σήμερα στον κόσμο η βιβλική πίστη
Ζούμε σε μέρες που η πίστη στον Θεό, στην Αγία Γραφή, στο πρόσωπο τού Χριστού, στην εξιλαστήρια θυσία Του, στην αιώνια ζωή αντιμετωπίζεται σαν ένα προσωπικό γούστο. Αν σου αρέσει, τα πιστεύεις. Αν δεν σου αρέσει, τα απορρίπτεις. Όχι όμως ότι πρόκειται για μια αντικειμενική πραγματικότητα που μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες στην ζωή μας.
Ένας χριστιανός απολογητής πρότεινε στους μαθητές του να βγουν έξω στους δρόμους τής πόλης για να προσπαθήσουν να πείσουν τον κόσμο ότι κάποια συγκεκριμένα σοκολατένια μπισκότα σε μορφή τσιπς ήταν τα καλύτερα στον κόσμο. Οι μαθητές δεν ενθουσιάστηκαν για ένα ζήτημα που σχετίζεται με το προσωπικό γούστο τών ανθρώπων. Στη συνέχεια, ο χριστιανός δάσκαλος τούς πρότεινε να πάνε σε μια περιοχή τής πόλης που είχε ξεσπάσει φυματίωση, για να πείσουν τους ασθενείς να πάρουν ένα γνωστό φάρμακο, αποτελεσματικό στη φυματίωση, την ισονιαζίδη. Οι μαθητές βρήκαν αξιόλογη την δεύτερη πρόταση. Αντιλήφθηκαν την διαφορά μεταξύ τών νόστιμων μπισκότων και του φαρμάκου για την φυματίωση. Το πρώτο αφορά το προσωπικό γούστο. Το δεύτερο αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα, την θεραπεία από μια συγκεκριμένη αρρώστια μέσω ενός συγκεκριμένου φαρμάκου, του οποίου η χρήση και η εμπειρία έχουν δείξει πως είναι αποτελεσματικό.
Έτσι, το θέμα μας σήμερα είναι η αντικειμενικότητα της χριστιανικής πίστης και ζωής. Το πρώτο σημείο είναι πως:
Η βιβλική πίστη είναι αντικειμενική
Εβραίους 1:1: Ο Θεός, τον παλιό καιρό, αφού πολλές φορές και με πολλούς τρόπους, μίλησε στους πατέρες μας διαμέσου των προφητών, σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες μίλησε σε μας διαμέσου τού Υιού.
Τα βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης εξιστορούν αυτές τις «πολλές φορές και τους πολλούς τρόπους», που ο Θεός μίλησε στον λαό Ισραήλ, και όχι μόνον σ’ αυτόν, ενώ τα βιβλία τών ευαγγελιστών Ματθαίου, Μάρκου, Λουκά και Ιωάννη εξιστορούν την ενσάρκωση τού Γιου του Θεού και την επίγεια ζωή Του, δηλαδή τα λόγια, τα έργα και την λυτρωτική θυσία Του στον σταυρό, αλλά και την ανάστασή Του από τους νεκρούς.
Όλα αυτά τα βιβλικά κείμενα αφηγούνται ιστορικά γεγονότα που έχουν μία ιδιαίτερη και μοναδική αξία και σημασία. Είναι κρίκοι μιας μεγάλης αλυσίδας που λέγεται το λυτρωτικό σχέδιο τού Θεού εν Χριστώ Ιησού.
Στην Καινή Διαθήκη, στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή (κεφάλαιο 15), ο απόστολος Παύλος καταγράφει κάποια ιστορικά γεγονότα, που αποτελούν το ευαγγέλιο τού Θεού εν Χριστώ Ιησού:
1 Σας φανερώνω δε αδελφοί το ευαγγέλιο, που σας κήρυξα, το οποίο και παραλάβατε, στο οποίο και στέκεστε· 2 διαμέσου τού οποίου και σώζεστε, με ποιον τρόπο σας το κήρυξα, αν το τηρείτε· εκτός αν πιστέψατε μάταια. 3 Επειδή, εν πρώτοις, σας παρέδωσα εκείνο, το οποίο και παρέλαβα, ότι ο Χριστός πέθανε εξαιτίας των αμαρτιών μας σύμφωνα με τις γραφές· 4 και ότι θάφτηκε, και ότι την τρίτη ημέρα αναστήθηκε, σύμφωνα με τις γραφές· 5 και ότι φάνηκε στον Κηφά, έπειτα στους δώδεκα· 6 ύστερα απ’ αυτά φάνηκε σε 500 και περισσότερους αδελφούς, μονομιάς, από τους οποίους οι περισσότεροι παραμένουν στη ζωή μέχρι τώρα, μερικοί όμως και κοιμήθηκαν· 7 έπειτα, φάνηκε στον Ιάκωβο, ύστερα σε όλους τούς αποστόλους· 8 και τελευταίον απ’ όλους φάνηκε και σε μένα σαν σε έκτρωμα. 9 Επειδή εγώ είμαι ο ελάχιστος από τους αποστόλους· ο οποίος δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι απόστολος, επειδή καταδίωξα την εκκλησία τού Θεού. 10 Αλλά με τη χάρη τού Θεού είμαι ό,τι είμαι· και η χάρη του σε μένα δεν έγινε μάταιη, αλλά κοπίασα περισσότερο απ’ όλους αυτούς· όμως, όχι εγώ, αλλά η χάρη τού Θεού που ήταν μαζί μου. 11 Είτε, λοιπόν, εγώ είτε εκείνοι έτσι κηρύττουμε και έτσι πιστέψατε.
Οι Γραφές μιλούν γι’ αυτά τα μεγάλα ιστορικά συμβάντα αλλά και εξηγούν την σημασία που έχουν. Ο Παύλος έγραψε πως «ο Χριστός πέθανε» (αυτό είναι ιστορικό γεγονός) αλλά και εξηγεί για ποιον λόγο πέθανε, «εξαιτίας των αμαρτιών μας» (αυτή είναι η θεολογική σημασία του ιστορικού γεγονότος), και προσθέτει πως και τα δύο αυτά στοιχεία (συμβάν και σκοπός) πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τις γραφές, που σημαίνει σύμφωνα με αυτά που ο Θεός είχε προαναγγείλει στους προφήτες Του τα παλιά χρόνια και είχαν καταγραφεί, ώστε κάποιος να μπορεί να τα επιβεβαιώσει κατά την εκπλήρωσή τους. Με αυτό το πνεύμα, ο Παύλος γράφει στους Κορινθίους χριστιανούς, «αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, η πίστη σας είναι μάταιη· είστε ακόμα μέσα στις αμαρτίες σας» (Α΄ Κορινθίους 15:17). Εδώ φαίνεται ξεκάθαρα πως η χριστιανική πίστη αποτελεί αντικειμενική πραγματικότητα διότι βασίζεται στο ιστορικό γεγονός της ανάστασης του Χριστού από τους νεκρούς. Ο Παύλος συνέδεσε το ιστορικό γεγονός με την σημασία που έχει στην δική μας ζωή.
Ώστε, η βιβλική πίστη -η Αγία Γραφή γενικότερα και το ευαγγέλιο ειδικότερα- αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα. Υπάρχει το σχέδιο τού Θεού που διατρέχει όλη την ανθρώπινη ιστορία. Ο Θεός δημιούργησε στον Κήπο της Εδέμ (που βρισκόταν μεταξύ των ποταμών Ευφράτη και Τίγρη) τον Αδάμ και την Εύα και μιλούσε μαζί τους. Ο Θεός μίλησε στον Κάιν πριν και μετά τον φόνο τού αδελφού του. Ο Θεός μίλησε στον Νώε για την κακία τού κόσμου, για τον Κατακλυσμό και την Κιβωτό. Ο Θεός αποκαλύφθηκε στον Αβραάμ, και τους λοιπούς πατριάρχες, στον Μωυσή, στον Ιησού του Ναυή, στον Σαμουήλ, στους Κριτές, στον Δαβίδ, στους προφήτες τής Παλαιάς Διαθήκης για μια μεγάλη χρονική περίοδο. Ο Θεός δημιούργησε και ξεχώρισε τον λαό Ισραήλ για να παίξει έναν ιδιαίτερο και σημαντικό ρόλο σ’ αυτό το λυτρωτικό Σχέδιο. Ταυτόχρονα ο Θεός επενέβη θαυματουργικά και σωτηριακά στη ζωή πολλών ανθρώπων και ιδίως στη ζωή τού λαού Ισραήλ. Οι επεμβάσεις Του αυτές ταίριαζαν απόλυτα στο λυτρωτικό Του σχέδιο. Οι προφητείες τής Αγίας Γραφής είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο τής αποκάλυψης τού Θεού. Υπάρχει πληθώρα βιβλικών προφητειών που μέχρι αυτήν την στιγμή έχει εκπληρωθεί, και ιδιαιτέρως οι προφητείες που αφορούν την πρώτη έλευση τού Χριστού στον κόσμο μας, την διακονία Του, τον θάνατό Του και την ανάστασή Του. Να μία, μόνον, από αυτές:
Μιχαίας 5:1: Αλλά από εσένα Βηθλεέμ, πόλη της περιοχής όπου κατοικεί η συγγένεια Εφραθά, αν και είσαι μια από τις πιο μικρές πόλεις του Ιούδα, εγώ θα κάνω να προέλθει εκείνος που θα γίνει άρχοντας τού Ισραήλ. Η καταγωγή του είναι πολύ παλιά· ανάγεται στις αρχαίες μέρες. (μτφρ. ΒΕ)
Οι προφητείες, λοιπόν, και η ιστορική τους εκπλήρωση αποτελούν αντικειμενική πραγματικότητα στην ανθρώπινη ζωή εδώ στη γη. Ο Θεός, όμως, επενέβη στην ανθρώπινη ιστορία και με κρίσεις επί ανθρώπων, πόλεων και λαών. Κατέστρεψε με Κατακλυσμό τον κόσμο επί ημερών Νώε. Επενέβη στον Πύργο τής Βαβέλ και διέκοψε την αλαζονική πορεία τών κατοίκων τής γης προκαλώντας σύγχυση στη γλώσσα τους. Κατέστρεψε με φωτιά και θειάφι τα Σόδομα, τα Γόμορρα και τα περίχωρά τους. Έφερε Δέκα Πληγές στον Φαραώ και την Αίγυπτο στα χρόνια τού Μωυσή και καταπόντισε τις άμαξές του και το στράτευμά του στην Ερυθρά θάλασσα. Έφερε κρίση πάνω στους Χαναναίους, στην Βαβυλώνα, στη Νινευή, στην Τύρο και σε άλλους λαούς, αλλά και στον λαό Του τον Ισραήλ εξαιτίας της ασέβειάς του.
Μετά από όλα αυτά τα γεγονότα, ο Θεός έστειλε τον Υιό Του στον κόσμο μας να γίνει άνθρωπος. Γεννήθηκε στην Βηθλεέμ τής Ιουδαίας σύμφωνα με την παραπάνω προφητεία, όταν βασιλιάς ήταν ο Ηρώδης ο αποκαλούμενος Μέγας. Κήρυξε στους ανθρώπους την ερχόμενη βασιλεία τού Θεού, θεράπευσε αρρώστους, ελευθέρωσε δαιμονισμένους, ανέστησε νεκρούς, σταυρώθηκε όταν ηγεμόνας στην Ιουδαία ήταν ο Πόντιος Πιλάτος και έγινε ιλασμός περί των αμαρτιών μας. Πέθανε στον σταυρό, ενταφιάστηκε αλλά ο Θεός-Πατέρας Τον ανέστησε από τους νεκρούς και τον κατέστησε «Κύριον και Χριστόν» (Πράξεις 2:36) σύμφωνα με τα λόγια τού Πέτρου την ημέρα τής Πεντηκοστής. Οι άγιες Γραφές καταγράφουν τα σημαντικά αυτά γεγονότα και την σημασία που το Άγιο Πνεύμα τούς δίνει. Η βιβλική πίστη είναι μια αντικειμενική υπόθεση.
Η αντικειμενική πίστη γίνεται και υποκειμενικό βίωμα
Για να γίνει κάποιος χριστιανός πρέπει πρώτα να μετανοήσει ειλικρινά για τις αμαρτίες του και να πιστέψει με την καρδιά του το ευαγγέλιο, το οποίο δείξαμε πως είναι αντικειμενικό. Με άλλα λόγια, χρειάζεται να εμπιστευθεί τον Ιησού Χριστό ως προσωπικό του Σωτήρα και Κύριο. Για να γίνει κάποιος χριστιανός πρέπει να γεννηθεί από το Άγιο Πνεύμα. Έτσι, το αντικειμενικό έργο τού Ιησού Χριστού γίνεται προσωπικό βίωμα δια του Αγίου Πνεύματος.
Ο απόστολος Πέτρος γράφει στην δεύτερη επιστολή του (1:16):
Σας γνωστοποιήσαμε τη δύναμη και παρουσία τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ότι δεν ακολουθήσαμε σοφιστικούς μύθους, αλλά ότι γίναμε αυτόπτες μάρτυρες της μεγαλειότητας εκείνου.
Παρόμοια γράφει και ο Ιωάννης στην πρώτη επιστολή του. Έκτοτε, αμέτρητο πλήθος πιστών μέσα στους αιώνες βίωσαν και βιώνουν την παρουσία τού Χριστού στην ζωή τους δια του Αγίου Πνεύματος. Θα σας θυμίσω λίγα λόγια από την ομολογία πίστης τού Κώστα Μεταλληνού, του ανθρώπου που ο Θεός χρησιμοποίησε σε μεγάλη κλίμακα για την ίδρυση αρκετών ευαγγελικών εκκλησιών στη χώρα μας τον 20ο αιώνα.
… Επί ενάμιση χρόνο ο Θεός κατά τρόπο θαυμαστό με εφοδίαζε διαδοχικά με κατάλληλα για το πνεύμα μου βιβλία, χωρίς επέμβαση κανενός ανθρώπου, χωρίς να έχω γνωριμία με κανέναν αναγνωρισμένο χριστιανό, που να μπορούσε να με βοηθήσει. Μόνος, με βιβλία, χλευαζόμενος από τον στενό κύκλο τών συμφοιτητών μου, αποσυρόμενος στο φτωχικό μου δωμάτιο, ολόκληρη την ημέρα μελετώντας, και από έκπληξη σε έκπληξη έβλεπα το σκοτεινό βάραθρο που βρισκόμουν και το φως προς το οποίο σιγά-σιγά ανέβαινα. Θυμάμαι ακόμα ότι, όταν διάβασα το περί προφητειών τού Χριστού κεφάλαιο τού Pascal, έλαμψε τόσο φως μέσα μου και συγχρόνως άναψε τόσος έλεγχος και φόβος στα βάθη μου για την υβριστική και πολεμική στάση μου απέναντι τού Χριστού, ώστε κυριολεκτικά έτρεμαν τα γόνατά μου και φλογισμένοι αναστεναγμοί συχνοβγαίναν από τα έγκατα τής ψυχής μου: «Ο Χριστός ήταν Θεός και εγώ Τον έβριζα και Τον πολεμούσα! Αν πέθαινα εκείνη την ώρα, αν πέθαινα στην κατάσταση εκείνη, πού θα βρισκόμουν τώρα;» Να, ποια σκέψη με είχε καταλάβει, ώστε όχι μόνο την ημέρα, αλλά και την νύχτα τιναζόμουν. Αλλά κάθε φορά, ύστερα από κάθε αναστεναγμό μια γαλήνη ξεχυνόταν μέσα μου και μια σκέψη σαν αστραπή με διαπερνούσε: μη φοβάσαι, σε δέχεται ο Χριστός· γλίτωσες. … Από την ημέρα που η πίστις στον Χριστό εισήλθε στην καρδιά μου, χωρίς καμιά προσπάθεια εκ μέρους μου, απελευθερώθηκα τελείως από τις αμαρτωλές επιθυμίες και πάθη στις οποίες άλλοτε ήμουν φοβερά υποδουλωμένος.
Αγαπητοί, η κάθε ομολογία είναι λίγο ή πολύ διαφορετική. Κάθε ομολογία πίστης αξίζει και ισχύει, με την προϋπόθεση πως εκφράζει γνήσια μετάνοια και γνήσια πίστη στον Σωτήρα Χριστό. Η ουσία όμως είναι η ίδια. Σωζόμαστε όταν μετανιώνουμε για την αμαρτωλή μας ζωή και εμπιστευόμαστε τον Σωτήρα Χριστό. Έχεις αυτήν την εμπειρία; Η αντικειμενική χριστιανική πίστη, έχει γίνει προσωπικό σου βίωμα; Αν όχι, είναι ανάγκη να γίνει. Ο απόστολος Παύλος είπε στους Αθηναίους:
Πράξεις Αποστόλων 17:30-31: 30 Παραβλέποντας, λοιπόν, ο Θεός τούς καιρούς τής άγνοιας, παραγγέλλει τώρα σε όλους τούς ανθρώπους, οπουδήποτε και αν είναι, να μετανοούν, 31 επειδή, προσδιόρισε ημέρα, κατά την οποία πρόκειται να κρίνει την οικουμένη με δικαιοσύνη, διαμέσου ενός άνδρα, που τον διόρισε και έδωσε γι’ αυτό βεβαίωση σε όλους, ανασταίνοντάς τον από τους νεκρούς.
Κανένας λοιπόν δεν μπορεί να προσπεράσει τα λόγια αυτά χωρίς οδυνηρές και αιώνιες συνέπειες!
Η χριστιανική πίστη είναι συγκεκριμένη
Για να είναι κάποιος γνήσιος χριστιανός ή ευαγγελικός, σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη και όχι σύμφωνα με μια ανθρώπινη ταμπέλα, πρέπει να πιστεύει την «ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου», να την κρατάει γερά, να την διατηρεί ανόθευτη, να την βιώνει και να την μεταδίδει.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί δύο φορές την φράση «ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου» στην επιστολή του προς τους χριστιανούς τής Γαλατίας. Στις δύο αυτές αναφορές φαίνεται ότι η χριστιανική ζωή ως προσωπική εμπειρία δεν είναι ένα χαλαρό και ανέμελο βίωμα. Γράφει ο Παύλος:
Γαλάτας 2:5: … στους οποίους ούτε προς στιγμήν δεν υποχωρήσαμε στο να υποταχθούμε, για να διαμείνει σε σας η αλήθεια τού ευαγγελίου.
Ο Παύλος καθιστά σαφές ότι για να παραμείνει στους πιστούς η αλήθεια του ευαγγελίου, χρειάζεται οι πιστοί, και ιδιαίτερα οι ποιμένες, να αντιστέκονται σθεναρά σε κάθε ψευδή διδασκαλία και τάση που εμφανίζεται μεταξύ τών πιστών.
Η δεύτερη αναφορά δείχνει ακριβώς τούτο. Ένας απόστολος τού Χριστού δεν έμεινε πιστός στο θέλημα τού Θεού σε μια συγκεκριμένη περίσταση και προκάλεσε αναστάτωση στην εκκλησία τού Χριστού.
… ὅτε εἶδον ὅτι οὐκ ὀρθοποδοῦσιν πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ εὐαγγελίου … (2:14)
[ὀρθο-ποδέω = βαδίζω κατ’ ευθείαν προς ένα μέρος, και μεταφορικά, βαδίζω τη σωστή οδό. Ο J. B. Lightfoot σημειώνει πως το ρήμα ὀρθοποδέω είναι ισοδύναμο τού εὐθυπορέω (= προχωρώ κατ’ ευθείαν μπροστά και μεταφορικά, παραμένω ακλόνητος, σταθερός).
Η πρόθεση προς φαίνεται πως πρέπει να μεταφραστεί, σύμφωνα με. Σχετικά εδάφια της πρόθεσης προς με αυτήν την σημασία είναι, Λουκάς 12:47, Β΄ Κορινθίους 5:10, Εφεσίους 3:4.]
Συνεπώς το εδάφιο μεταφράζεται ως εξής:
… όταν είδα ότι δεν βαδίζουν στον σωστό δρόμο ως προς (ή, σύμφωνα με) την αλήθεια του ευαγγελίου …
Ο Πέτρος αρχικά, και μαζί του ο Βαρνάβας και οι λοιποί υποκρίθηκαν, κράτησαν μια στάση που δεν συμφωνούσε με την αλήθεια τού ευαγγελίου. Η συμπεριφορά τους στην προκείμενη περίσταση συνίστατο σε μια πράξη που δεν ήταν συνεπής με την γνώση και την πεποίθηση που είχαν σχετικά με τον τρόπο ζωής που το ευαγγέλιο υπαγορεύει. Γνώριζαν ότι αυτό που έκαναν ήταν αμαρτία, ήταν υποκρισία. Γιατί το έκαναν; Φοβήθηκαν κάποιους ανθρώπους περισσότερο απ’ ό,τι φοβήθηκαν τον Θεό. Η πράξη τους αυτή θα είχε σοβαρές και επιζήμιες συνέπειες για το ευαγγέλιο και την εκκλησία τού Χριστού. Ο Παύλος το αντιλήφθηκε αμέσως και τους έλεγξε δημόσια. Έτσι προστάτεψε το ευαγγέλιο και την εκκλησία, και χτύπησε το κακό στη ρίζα του. Το γεγονός αυτό δείχνει πως δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να υποκριθούμε ή να αμαρτήσουμε με κάποιον τρόπο, πράγμα που δεν τιμάει ούτε τον Θεό, ούτε το ευαγγέλιο, ούτε την εκκλησία. Όταν η αμαρτία αυτή αφεθεί ανεξέλεγκτη, δημιουργεί παθολογική κατάσταση που βλάπτει και κατατρώει την εκκλησία του Χριστού.
Τα παραπάνω δείχνουν ότι το ευαγγέλιο ως μήνυμα, ή αλλιώς, η αλήθεια του ευαγγελίου είναι συγκεκριμένη. Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος μιλάει πολύ αυστηρά στους Γαλάτες που επιπόλαια και απρόσεκτα αντιμετώπιζαν τον τρόπο ζωής που πηγάζει από το ευαγγέλιο που είναι συγκεκριμένο.
Όσοι έχουμε στο νου μας το περιεχόμενο της προς Γαλάτας επιστολής, γνωρίζουμε ότι θίγεται σ’ αυτήν το ζήτημα τής περιτομής και της τήρησης τού μωσαϊκού Νόμου. Και θα παρατηρήσει σωστά κάποιος πως κάποια πνευματικά ζητήματα είναι σχετικά. Για παράδειγμα, ο Παύλος έκανε περιτομή στον Τιμόθεο αλλά αρνήθηκε επίμονα να κάνει περιτομή στον Τίτο. Ο λόγος που το έκανε αυτό ήταν συγκεκριμένος. Η πνευματική σύνεση απαιτούσε να κάνει αυτό που έκανε. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει μια πνευματική λογική, μία σύνεση, ένα φρόνημα, που την υπαγορεύει το Άγιο Πνεύμα, με βάση τον σταθερό χαρακτήρα του Θεού και την εξιλαστήρια θυσία τού Χριστού.
Ο Παύλος μιλώντας στους πρεσβυτέρους της εκκλησίας της Εφέσου για τελευταία φορά, είπε μεταξύ άλλων:
Πράξεις 20:26-31: 26 Γι’ αυτό, κατά τη σημερινή ημέρα, δίνω σε σας την επίσημη μαρτυρία, ότι εγώ είμαι καθαρός από το αίμα όλων· 27 επειδή δεν απέκρυψα να σας αναγγείλω ολόκληρη τη βουλή τού Θεού. 28 Προσέχετε, λοιπόν, στον εαυτό σας, και σε ολόκληρο το ποίμνιο, στο οποίο το Πνεύμα το Άγιο σάς έβαλε επισκόπους, για να ποιμαίνετε την εκκλησία τού Θεού, που απέκτησε με το ίδιο του το αίμα. 29 Επειδή εγώ ξέρω τούτο, ότι ύστερα από την αναχώρησή μου θα μπουν μέσα σε σας λύκοι βαρείς που δεν θα λυπούνται το ποίμνιο· 30 και από σας τους ίδιους θα σηκωθούν άνθρωποι, που θα μιλούν διεστραμμένα, για να αποσπούν τούς μαθητές πίσω από τον εαυτό τους. 31 Γι’ αυτό αγρυπνείτε, φέρνοντας στη μνήμη σας ότι τρία χρόνια, νύχτα και ημέρα, δεν έπαυσα να νουθετώ με δάκρυα κάθε έναν ξεχωριστά.
Διερωτώμαι πόσες εκκλησίες και ποιοι ποιμένες είναι σε θέση να αναγγέλλουν ολόκληρη τη βουλή τού Θεού και να προστατεύουν το ποίμνιο από τους λύκους που εμφανίζονται ανάμεσα σ’ αυτό, είτε έρχονται απ’ έξω είτε παραμορφώνονται από μέσα; Αλλά η βουλή του Θεού είναι μία και είναι συγκεκριμένη.
Ο Ιούδας στην επιστολή του παρακαλεί τους πιστούς, που σημαίνει τους προτρέπει, τους παρακινεί ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει (εδάφιο 3), να αγωνίζονται, δηλαδή, υπέρ της πίστης που μια φορά για πάντα παραδόθηκε στους αγίους. Μία είναι η πίστη και μια φορά για πάντα παραδόθηκε στους αγίους, που σημαίνει ότι δεν περιμένουμε από τότε νέες αποκαλύψεις.
Η χριστιανική πίστη είναι αντικειμενική και είναι συγκεκριμένη, και την αποκαλύπτει το Άγιο Πνεύμα δια των συγγραφέων τής Καινής Διαθήκης, οι οποίοι κτίζουν το οικοδόμημά της επάνω στην αποκάλυψη τών προφητών τής Παλαιάς Διαθήκης.
Η πίστη που διδάσκει η Αγία Γραφή είναι ενιαία
Τι σημαίνει αυτό; Αυτή η μία βουλή του Θεού, αυτό το ένα λυτρωτικό σχέδιο τού Θεού βρίσκεται στο νου και την καρδιά τού Θεού πριν από την Δημιουργία τού κόσμου αλλά φανερώθηκε προοδευτικά μέσα στον ρου τής ανθρώπινης ιστορίας μέσω των προφητών τής Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και πραγματοποιήθηκε στο χώρο και στον χρόνο τής επίγειας παρουσίας και διακονίας τού Κυρίου Ιησού Χριστού. Όταν ο αναστημένος Χριστός πλησίασε τους δύο απογοητευμένους μαθητές που πορεύονταν προς Εμμαούς, θέλησε να τους ανοίξει τα μάτια και τους είπε:
Λουκάς 24:25-27: Ω, ανόητοι και βραδείς στην καρδιά στο να πιστεύετε σε όλα όσα μίλησαν οι προφήτες· 26 δεν έπρεπε ο Χριστός να πάθει αυτά, και να μπει μέσα στη δόξα του; 27 Και αφού άρχισε από τον Μωυσή και από όλους τούς προφήτες, τους εξηγούσε τα γραμμένα για τον εαυτό του σε όλες τις γραφές.
Και οι Γραφές, τότε, ήταν τα βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης. Μπορεί η Παλαιά Διαθήκη να μας προβληματίζει με διάφορα λόγια της αλλά οι άγιες γραφές είναι ό,τι το Άγιο Πνεύμα αποκάλυψε και ενέπνευσε τους προφήτες να μιλήσουν και να γράψουν.
Ο Χριστός είπε στην επί του Όρους Ομιλία Του:
Ματθαίος 5:18: Σας διαβεβαιώνω, μέχρις ότου παρέλθει ο ουρανός και η γη, ένα γιώτα ή μία κεραία δεν θα παρέλθει από τον νόμο, έως ότου όλα εκπληρωθούν.
Ώστε η Αγία Γραφή χαρακτηρίζεται από ενότητα πνεύματος. Είναι η μία βουλή τού Θεού που φανερώνεται προοδευτικά και η φανέρωση αυτή ολοκληρώνεται με το βιβλίο τής Αποκάλυψης τού Ιωάννη.
Κάποια χαρακτηριστικά τής Αγίας Γραφής και η υποκειμενική μας αντίληψη
Το κεντρικό πρόσωπο τής Αγίας Γραφής είναι ο Τριαδικός Θεός. Η Γραφή βεβαίως και μιλάει για τον άνθρωπο και την σχέση τού Θεού με τον άνθρωπο αλλά το κεντρικό πρόσωπο αυτής της βουλής τού Θεού, αυτού του λυτρωτικού σχεδίου είναι ο Θεός. Το μεγαλείο τής όλης ιστορίας είναι η δόξα τού Θεού. Αυτήν την δόξα τού Θεού αποκαλύπτει η Αγία Γραφή. Η καρδιά αυτής της δόξας είναι ο εσταυρωμένος και αναστημένος Χριστός.
Όταν διαβάζουμε ή μελετάμε την Αγία Γραφή πρέπει να μάθουμε να προσηλώνουμε τον νου μας και την καρδιά μας σ’ αυτό που θέλει ο Θεός να εννοήσουμε. Αυτό δεν είναι εύκολο πράγμα. Ως αμαρτωλοί άνθρωποι είμαστε μαθημένοι να γυρίζουμε γύρω από τον εαυτό μας, τις δικές μας σκέψεις και επιθυμίες. Δυστυχώς, αυτό το κάνουμε και όταν διαβάζουμε τα λόγια τού Θεού. Θεωρούμε πως στο κέντρο τής ζωής και της ύπαρξης είμαστε εμείς. Μας είναι δύσκολο να προσηλώσουμε τον νου και την καρδιά μας στον Θεό.
Είναι ανάγκη ν’ αντιληφθούμε ότι η κατάσταση τής καρδιάς μας παίζει σημαντικό ρόλο στην αντίληψη αυτής της βουλής τού Θεού, αυτού του λυτρωτικού σχεδίου τού Θεού εν Χριστώ Ιησού. Αυτή η βουλή περιέχει πλήθος επιμέρους αληθειών αλλά και πρακτικών ζωής.
Για παράδειγμα, είπε ο Ιησούς στους Ιουδαίους:
Ιωάννης 5:39-40: 39 Εσείς ερευνάτε τις Γραφές, γιατί σας φαίνεται λογικό πως σ’ αυτές θα βρείτε ζωή αιώνια. Και πράγματι αυτές είναι που δίνουν τη μαρτυρία τους για μένα. 40 Μα εσείς δεν θέλετε να έρθετε σ’ εμένα για να αποκτήσετε τη ζωή. (μτφρ. ΛΟΓΟΥ)
Εξηγεί ο Χριστός στους Ιουδαίους ότι κάτι περίεργο συμβαίνει στη ζωή τους. Ο Ιησούς αναγνωρίζει εδώ ότι οι Ιουδαίοι ερευνούν τις Γραφές για να βρουν ζωή σ’ αυτές. Κάποιοι, τουλάχιστον, από αυτούς πρέπει να έχουν αντιληφθεί ότι οι Γραφές δίνουν μαρτυρία για τον Χριστό, τον Μεσσία τους. Μέχρις εδώ τα πράγματα πάνε καλά, τουλάχιστον για μερικούς. Από ‘δώ και πέρα το πράγμα είναι περίεργο. Ο Μεσσίας έχει έρθει και είναι εκεί, μπροστά τους, και δεν Τον αναγνωρίζουν και δεν θέλουν να πάνε σ’ Αυτόν για να αποκτήσουν πνευματική ζωή, που είναι η αιώνια ζωή. Με άλλα λόγια τους λέει ότι υπάρχει πρόβλημα στην καρδιά τους. Οι γραμματείς, μάλιστα, ερευνούσαν εξονυχιστικά τις Γραφές και στην πλειονότητά τους δεν πίστευαν στον Ιησού ως Χριστό. Αυτό δείχνει πως η καρδιά τους δεν ήταν ειλικρινής και ευθεία ενώπιον τού Θεού. Θρησκεύονταν αλλά ήταν παγιδευμένοι από την πονηρή τους καρδιά.
Είναι ανάγκη ν’ αντιληφθούμε πως η κατάσταση της καρδιά μας επηρεάζει άμεσα την ερμηνεία και την αντίληψη τού λόγου τού Θεού.
Η βιβλική πίστη, λοιπόν, είναι αντικειμενική πίστη, είναι συγκεκριμένη και ενιαία, και καλούμαστε να την αποδεχθούμε προσωπικά. Η πίστη αυτή μπορεί και αλλάζει ολόκληρη την ζωή μας αλλά θα πρέπει να είμαστε ευθείς με τον εαυτό μας, με τον Θεό και με τους ανθρώπους. Μια «χριστιανική» πίστη που έχει στο κέντρο τον εαυτό μας, δεν είναι χριστιανική πίστη. Μια «χριστιανική» ζωή που είναι μοιρασμένη μεταξύ του αληθινού Θεού και των σύγχρονων ειδώλων, δεν ευαρεστεί τον Θεό. Αν η πίστη μας και η ζωή μας προκαλούν εμετό στον Χριστό, είμαστε χαμένοι.
Ας ξεκινήσουμε σήμερα, αν δεν το έχουμε κάνει, να είμαστε σοβαροί με τον σταυρωμένο και αναστημένο Κύριο, όπως Εκείνος είναι σοβαρός απέναντί μας. Ας πάρουμε στα σοβαρά τον λόγο του Θεού, και μέσω αυτού τον ίδιο τον Θεό που προκειμένου να μας λυτρώσει από τις αμαρτίες μας πρόσφερε θυσία τον Γιο Του, τον Ιησού Χριστό. Δεν υπάρχει περισσότερο σοβαρή και αντικειμενική πραγματικότητα στον κόσμο αυτόν από την παρουσία και την σωτήρια διακονία του Κυρίου Ιησού Χριστού. Σ’ αυτόν μια μέρα θα δώσουμε όλοι λόγο, γιατί ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς και είναι αιωνίως ζωντανός!
Γαντές Δημήτρης,
Ποιμένας-πρεσβύτερος